26-04-2023

Ταξινόμηση του πόνου ανάλογα με την χρονική διάρκειά του.

Ταξινόμηση του πόνου ανάλογα με την χρονική διάρκειά του.

 

 

Ο πόνος θεωρείται από πολλούς ότι έχει πάντα προστατευτικό ρόλο για τον οργανισμό. Η άποψη αυτή όμως δεν είναι σωστή διότι προστασία του εξαρτάται από την χρονική διάρκειά του. Ο σύντομος ή οξύς πόνος είναι συνήθως προστατευτικός και έχει κύριο σκοπό του να ενημερώσει τον εγκέφαλο ότι σε κάποιο σημείο του σώματος υπάρχει κάποια απειλή, βλάβη ή δυσλειτουργία και να τον προτρέψει να αντιδράσει για να την αντιμετωπίσει. Ο χρόνιος πόνος όμως δεν έχει προστατευτικό χαρακτήρα, διότι πλέον οι βλάβες έχουν γίνει μόνιμες και εκφράζει κλινικά μια ξεχωριστή οντότητα, μια νέα νόσο.

 

Σύμφωνα με τους περισσότερους οξύς πόνος ονομάζεται αυτός που διαρκεί μέχρι 1 μήνα περίπου, υποξύς πόνος αυτός που διαρκεί από 1-3 μήνες, ενώ χρόνιος πόνος αυτός διαρκεί περισσότερο από 3 ή 6 μήνες ή συνεχίζεται και όταν η αρχική βλάβη έχει παρέλθει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η οξεία οσφυαλγία, η υποξεία οσφυαλγία και η χρόνια οσφυαλγία.  

 

Δυστυχώς στη βιβλιογραφία, ακόμη και σήμερα, η ορολογία των διαφόρων ειδών του πόνου ανάλογα με την διάρκεια τους, δεν είναι ακόμη σαφής και αυτό οδηγεί σε πολλές παρεξηγήσεις. Κατ’ αρχήν πρέπει να διευκρινίσουμε τον όρο οξύς πόνος και να τον προσεγγίσουμε ετυμολογικά. Στην ελληνική το επίθετο οξύς έχει δύο έννοιες όσον αφορά τον πόνο: α) οξύς πόνος είναι ο  δυνατός, έντονος, διαπεραστικός πόνος  αλλά  β) οξύς πόνος είναι και ο ταχύς και ορμητικός πόνος. Στο επίρρημα μάλιστα η έννοια του χρόνου είναι ακόμη πιο έντονη. Επομένως ο όρος οξύς  καθορίζει και την ένταση και την διάρκεια του πόνου. Το αντίθετο του οξέος πόνου όσον αφορά την ένταση είναι ο ήπιος (αμβλύς) πόνος, ενώ όσον αφορά την διάρκεια είναι ο χρόνιος. Επομένως κατά την άποψή μας όταν θέλουμε να διαχωρίσουμε τον πόνο από πλευράς έντασης καλόν είναι να τον χαρακτηρίζουμε έντονο, μέτριο ή ήπιο πόνο και όταν θέλουμε να τον χαρακτηρίζουμε από πλευράς χρονικής διάρκειας, καλόν είναι να χρησιμοποιούμε τους όρους οξύς, υποξύς και χρόνιος.

 

Ο χρόνιος πόνος μπορεί να είναι φλεγμονώδους ή νευροπαθητικής αιτιολογίας, αν και σύμφωνα με τις τελευταίες νευροφυσιολογικές απόψεις φαίνεται ότι στο 80% και περισσότερο των περιπτώσεων ο χρόνιος πόνος είναι μικτός. Συνήθως αρχίζει σαν φλεγμονώδης και εξελίσσεται σε νευροπαθητικό με φλεγμονώδεις εξάρσεις.

 

Μια πρόσφατη μελέτη και μάλλον η πρώτη, που έδειξε ότι υπάρχουν πρώιμες και σε διαφορετική περιοχή δυσλειτουργικές καταστάσεις του εγκεφάλου, που μπορούν να προκαλέσουν, κατά περίπτωση, υποξύ ή χρόνιο πόνο. Φαίνεται μάλιστα ότι μελετώντας τις περιοχές αυτές μπορούμε να προβλέψουμε με ακρίβεια 85%, ποίοι ασθενείς θα αναπτύξουν το ένα ή το άλλο είδος πόνου. Η μελέτη διαπίστωσε ότι ο χρόνιος πόνος αναπτύσσεται όταν οι δύο περιοχές του εγκεφάλου, που συνδέονται με τη συναισθηματική και παρακινητική συμπεριφορά, επικοινωνούν μεταξύ τους. Όσο μεγαλύτερη επικοινωνία, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα να αναπτυχθεί χρόνιος πόνος. Οι δύο αυτές περιοχές είναι ο μετωπιαίος λοβός και ο επικλινής πυρήνας (nucleus accumbens) του εγκεφάλου. Ο πυρήνας αποτελεί ένα σημαντικό κέντρο μάθησης του ανθρώπου που τον βοηθά στην αξιολόγηση και στην αντίδρασή του στα εξωγενή ερεθίσματα. Ίσως εδώ να εδράζεται το κέντρο που αποφασίζει εάν ένας τραυματισμός θα εξελιχθεί σε χρόνιο ή όχι πόνο. Επομένως η βαρύτητα του τραυματισμού δεν καθορίζει την χρονιότητα του πόνου, αλλά μόνο η συναισθηματική ή η πνευματική κατάσταση του εγκεφάλου στην αρχική περίοδο της βλάβης. Σε μερικές περιπτώσεις η συναισθηματική κατάσταση είναι τέτοια που και απλοί τραυματισμοί καταλήγουν σε χρόνιο πόνο, ενώ σε άλλες, γενετικοί αλλά και περιβαλλοντολογικοί λόγοι έχουν ήδη δημιουργήσει μια ανάλογη κατάσταση στον εγκέφαλο ορισμένων ατόμων, όπου κάθε τραυματισμός να προκαλεί χρόνιο πόνο (Baliki M.N., et al. 2012).

 

Μια παρόμοιου στόχου μελέτη, συνέδεσε την λευκή ουσία του εγκεφάλου με τον χρόνιο πόνο. Ερευνητές έδειξαν ότι ο εγκέφαλος και ιδιαίτερα η λευκή ουσία παίζει σημαντικό ρόλο σε άτομα που πάσχουν από χρόνια οσφυαλγία. Μελέτες που έγιναν με την σπινθηρογραφική μέθοδο Diffusion Tensor Imaging (DTI) στον εγκέφαλο έδειξαν ότι η λευκή ουσία σε άτομα που υποφέρουν από χρόνιο πόνο είναι σημαντικά μειωμένη συγκριτικά με φυσιολογικά άτομα. Εστιάζοντας περισσότερο σε αυτό το εύρημα οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι χρησιμοποιώντας την συγκεκριμένη ακτινολογική μέθοδο μπόρεσαν να προβλέψουν ποιοι ασθενείς θα αναπτύξουν χρόνιο πόνο σε ποσοστό 80% (Mansour Α. Ρ., et al. 2013).